ἀκανθώδους

ἀκανθώδους
ἀκανθώδης
full of thorns
masc/fem/neut gen sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ατρακίδα — η (Α ἀτρακίς) ονομασία ακανθώδους φυτού. [ΕΤΥΜΟΛ. < άτρακτος, με απλοποίηση του συμφωνικού συμπλέγματος κτ , πιθ. ανομοιωτική (πρβλ. άρκος < άρκτος)] …   Dictionary of Greek

  • μηκωνίς — μηκωνίς, ίδος, δωρ. τ. μακωνίς, ἡ (Α) 1. είδος μαρουλιού με χυμό που μοιάζει με τον χυμό τής μήκωνος 2. είδος ευφορβίου, ακανθώδους φυτού τής Αφρικής 3. (ως επίθ. αρσ.) παρασκευασμένος από μήκωνα, μηκώνειος («μακωνίδες ἄρτοι», Αλκμ.) [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • ονόρυγχος — ὀνόρυγχος, ἡ (Μ) είδος άγριου ακανθώδους φυτού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + ῥύγχος] …   Dictionary of Greek

  • φέως — ω, ὁ, Α είδος ακανθώδους φυτού, η στοιβή* …   Dictionary of Greek

  • Ζιμπάμπουε — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ζιμπάμπουε Παλαιότερη ονομασία: Ροδεσία Έκταση: 390.759 τ. χλμ Πληθυσμός: 11.376.676 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Χαράρε (1.864.000 κάτ. το 2002)Κράτος της νοτιοκεντρικής Αφρικής. Συνορεύει στα Α και στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ησίοδος — (8ος – 7ος αι. π.Χ.).Ποιητής. Γεννήθηκε στην Άσκρα της Βοιωτίας. Θεωρείται ο πατέρας της διδακτικής ποίησης στη Δύση. Ο πατέρας του ήρθε από την Κύμη της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκε στην Άσκρα της Βοιωτίας τη «χείμα κακή, θέρει αργαλέη, ουδέ… …   Dictionary of Greek

  • Μεσανατολικό — Όρος με τον οποίο αποδίδεται η μακροχρόνια διαμάχη μεταξύ των αραβικών κρατών της Μέσης Ανατολής (Μικρά Ασία, Αραβική χερσόνησος και βορειοανατολική Αφρική) και του Ισραήλ, σχετικά με εδαφικές και άλλες διεκδικήσεις. Η σύγκρουση του 1948 ανάμεσα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”